- παραδιδόντας
- παραδίδωμιgivepres part act masc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Согласительное исповедание 433 г. — Эту статью следует викифицировать. Пожалуйста, оформите её согласно правилам оформления статей. Согласительное исповедание 433 года.(уния в 433 года). Решения Эфесского собора 431 года, который проводили … Википедия
λέων — I Όνομα λογίων της βυζαντινής περιόδου. 1. Λόγιος και κληρικός (9ος αι.). Σοφός δάσκαλος με ευρεία εγκυκλοπαιδική μόρφωση και σκέψη, άκμασε την εποχή κατά την οποία στο Βυζάντιο σημειώθηκε μια αξιόλογη πνευματική άνθηση επί Θεοφίλου και Μιχαήλ Γ’ … Dictionary of Greek
ξεψυχώ — άω 1. εγκαταλείπω τη ζωή παραδίδοντας την ψυχή μου, το πνεύμα μου, πεθαίνω 2. φθίνω σιγά σιγά, λιγοστεύω σταδιακά, σβήνω («το καντήλι ξεψυχά») 3. επιθυμώ με πάθος, ποθώ («ξεψυχάει για γλέντια») 4. βασανίζω κάποιον υπερβολικά, ταλαιπωρώ, τού βγάζω … Dictionary of Greek
προγυμνάζω — ΝΑ γυμνάζω ή ασκώ κάποιον προηγουμένως, προκαταρκτικώς νεοελλ. 1. γυμνάζω, ασκώ 2. προετοιμάζω μαθητή για εξετάσεις παραδίδοντάς του ιδιαίτερα μαθήματα αρχ. 1. καταρτίζω κάποιον προηγουμένως στη ρητορική 2. (μέσ. και παθ.) προγυμνάζομαι α) (για… … Dictionary of Greek
Άγρας, Καπετάν — (1881 – 1907).Ψευδώνυμο του μακεδονομάχου Τέλου Αγαπηνού, ανθυπολοχαγού του πεζικού, από το Ναύπλιο. Απογοητευμένος από την αναγκαστική αδράνεια της στρατιωτικής ζωής στην Ελλάδα και ευαισθητοποιημένος στις δραματικές εξελίξεις του μακεδονικού… … Dictionary of Greek
Άννα — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Αδελφή της Διδούς, της ερωμένης του Αινεία. Προσπάθησε να τον πείσει να μην εγκαταλείψει την αδελφή της και, όταν αυτός έφυγε (υπακούοντας στις θεϊκές εντολές), η Διδώ αυτοκτόνησε από τη λύπη της. Σύμφωνα πάντως… … Dictionary of Greek
Αποστόλης — I Επώνυμο οικογένειας λογίων των υστεροβυζαντινών χρόνων. 1. Αρσένιος (Χάνδακας, Κρήτη 1468 – Βενετία 1535). Ήταν γιος του επίσης διαπρεπούς λογίου Μιχαήλ A. (βλ. 2.), του οποίου κληρονόμησε όχι μόνο το φιλολογικό ταλέντο, αλλά και τον βίαιο και… … Dictionary of Greek
Βασιλάδι — Μικρό νησί στην είσοδο της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου. Η θέση του είχε μεγάλη σημασία για την άμυνα της πόλης (που ήταν δύσκολο να απειληθεί από τη θάλασσα), επειδή από τα ρηχά νερά δεν μπορούσαν να περάσουν μεγάλα πλοία. Το καλοκαίρι του 1822 … Dictionary of Greek
Ερμώνυμος, Γεώργιος — (Λακωνία 1430; – Παρίσι 1508;). Λόγιος των χρόνων της Αναγέννησης. Ελάχιστες πληροφορίες για τη ζωή του είναι γνωστές. Βέβαιο πάντως είναι ότι μαθήτευσε κοντά στον περιώνυμο φιλόσοφο του Μιστρά, Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα. Μετά την κατάληψη του… … Dictionary of Greek
Ιάσων — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Τύραννος των Φερών της Θεσσαλίας (; – 370 π.Χ.). Διαδέχθηκε το 378 π.Χ. τον πατέρα ή πεθερό του, Λυκόφρονα. Υπήρξε μαθητής του Αθηναίου σοφιστή Γοργία, του ρήτορα Ισοκράτη και άλλων σοφιστών, και παραδεχόταν την… … Dictionary of Greek